«Όταν αφήνεις το λαό να πεθαίνει στους δρόμους, να κουρελιαστεί ψυχικά και σωματικά, και λες έπειτα πως θα κάνεις στον κατάλληλο καιρό εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα, είσαι ένας συνειδητός απατεώνας και συνεργάτης του εχθρού. Γιατί είναι σα να λες ότι θα βάλεις ένα κουφάρι να πολεμήσει»
Δ. Γληνός, «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ»
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
konstantakopoulos.blospot.com
Κατερχόμενες σε ενιαίο εκλογικό μέτωπο, οι δυνάμεις που δηλώνουν ότι τάσσονται κατά του μνημονίου, που εκτιμούν ως καταστροφική την πορεία στην οποία μπήκε η χώρα και ζητούν την αλλαγή της, όχι μόνο θα βγουν πρώτο κόμμα και θα σχηματίσουν κυβέρνηση, αλλά πιθανώς θα αγγίξουν την απαραίτητη για την αλλαγή του Συντάγματος κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Κάτι τέτοιο είναι απολύτως εφικτό, το λέει η κοινή λογική, όταν έχεις να αντιμετωπίσεις απέναντι ένα απολύτως χρεωκοπημένο πολιτικό σύστημα, όταν για τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού είναι ήδη βιωμένη εμπειρία η καταστροφή που επιφέρει το μνημόνιο και η ακόμα μεγαλύτερη που προαναγγέλλει. Αυτό καταγράφει η δυναμική των δημοσκοπήσεων που έχουν στα χέρια τους και αποκρύπτουν ή υποβαθμίζουν, για λόγους που οι ίδιες γνωρίζουν, οι ηγεσίες των λεγόμενων αντιμνημονιακών κομμάτων.
Ακόμα και αν μια τέτοια κάθοδος δεν είναι εφικτή, σε ότι αφορά το σύνολο των «αντιμνημονιακών» δυνάμεων, είναι φανερό ότι είναι εφικτή τουλάχιστον η κάθοδος όσων δυνάμεων π.χ. εντάχθηκαν ήδη ή εξεδήλωσαν την επιθυμία να ενταχθούν στο σχήμα ΕΛΑΔΑ. Αφού μπορούν και συνεργάζονται για δράσεις αλληλεγγύης και αντίστασης κατά του Μνημονίου, προφανώς δεν υπάρχει κανένας ουσιώδης πολιτικός λόγος που να εμποδίζει αυτές τις δυνάμεις να κατέβουν ενωμένες στις εκλογές, προσφέροντας στον ελληνικό λαό τη μόνη ρεαλιστική δυνατότητα να ανακόψει την καταστροφή του και να νικήσει.
Στη διάρκεια πολύμηνων «άτυπων» επαφών, ζυμώσεων και διαπραγματεύσεων διαπιστώθηκε πρακτικά η «σχεδόν» δυνατότητα επίτευξης αυτής της σύγκλισης της μεγάλης πλειοψηφίας των αντιμνημονιακών δυνάμεων. Κανένας σπουδαίος πολιτικός λόγος δεν ανέκυψε, που να την καθιστά αδύνατη. Δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι αυτές οι επαφές, οι «ζυμώσεις» και οι διαπραγματεύσεις δεν είχαν άλλο σκοπό παρά να παραπλανήσουν τα στελέχη, τα μέλη και τους οπαδούς, ώστε οι ηγέτες να ροκανίσουν το χρόνο, να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι «κάτι γίνεται» και να φτάσουμε πιο άνετα στην άρνηση κάθε συνεργασίας, ή στον περιορισμό της στο απολύτως απαραίτητο στο πάρα πέντε, ώστε να μην δοθεί χρόνος σε μια «βάση», που κρατήθηκε επιμελώς στο σκοτάδι και επιθυμεί διακαώς το ευρύτερο δυνατό μέτωπο κατά της τρόικας και των κομμάτων-εργαλείων της, να αντιδράσει.
Μπορεί ασφαλώς να μην είναι έτσι. Αν δεν είναι, οι συμμετέχοντες σε αυτές τις διαπραγματεύσεις δεν έχουν παρά να ενημερώσουν αναλυτικά τα μέλη τους και τον ελληνικό λαό γιατί δεν κατέστη έως τώρα εφικτή η ευρύτερη δυνατή συνεργασία, και εκλογική, των αντιμνημονιακών δυνάμεων.
Μια εκλογική νίκη αυτών των δυνάμεων θα δώσει τεράστιο κουράγιο και αυτοπεποίθηση στον ελληνικό λαό, θα αλλάξει το πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη. Θα επιτρέψει σε μια κυβέρνηση που θα έχει πίσω της τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού και την πρόσφατη σαφή εντολή του, να αντιμετωπίσει με άλλον αέρα τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, τη Μέρκελ και το ΔΝΤ. Να μπορέσει να διαπραγματευθεί με την ΕΕ τη διακοπή του παρόντος προγράμματος, να ζητήσει ένα βιώσιμο οικονομικό πρόγραμμα, να πάρει απαραίτητα άμεσα μέτρα σωτηρίας του ελληνικού λαού και του ελληνικού κράτους, να προετοιμάσει τη χώρα για τον κίνδυνο επισιτιστικής κατάρρευσης, ενεργειακής ασφυξίας και άλλους σοβαρούς κινδύνους εθνικής ασφάλειας, να υπογράψει επωφελείς συμφωνίες για τον αγωγό Σάουθ Στρημ, που πρέπει να υπογραφούν το αργότερο το καλοκαίρι.
Μια τέτοια κυβέρνηση θα έπρεπε να πάρει επείγοντα μέτρα κοινωνικής προστασίας των πενομένων Ελλήνων, διακοπής μιας πορείας κατάρρευσης του ελληνικού κράτους και να εφαρμόσει ένα έκτακτο πρόγραμμα αντιμετώπισης της ορατής απειλής κατά της ζωής των Ελλήνων πολιτών και της ασφάλειας του κράτους τους. Θα έπρεπε, για να πάρει αυτά και άλλα μέτρα και για να μπορέσει να διαπραγματευθεί ένα βιώσιμο πρόγραμμα επιβίωσης της χώρας, να χρησιμοποιήσει ή να απειλήσει ότι θα χρησιμοποιήσει όλα τα πολιτικά, θεσμικά, οικονομικά και γεωπολιτικά ακόμα χαρτιά που διαθέτει η χώρα και τα οποία αχρηστεύει εδώ και δύο χρόνια, το ένα μετά το άλλο, η πολιτική συνειδητής προδοσίας που ασκεί και οι συμφωνίες που υπογράφει το εξαρτημένο ελληνικό πολιτικό προσωπικό, στην υπηρεσία μεγάλων χρηματιστικών συμφερόντων και ξένων δυνάμεων. Να δημιουργήσει ένα νέο πλέγμα συμμαχιών και να απευθυνθεί εν ανάγκη στους ευρωπαϊκούς λαούς και τις κυβερνήσεις τους, ζητώντας τους αλληλεγγύη, διακοπή ενός προγράμματος καταστροφής μιας χώρας-μέλους της ΕΕ, να εξηγήσει σε μια ήδη πολύ ανήσυχη και προβληματισμένη από την δικτατορία των τραπεζών που σταδιακά επιβάλλεται ευρωπαϊκή κοινή γνώμη ότι εδώ κρίνεται το μέλλον της ηπείρου μας.
Μόνο περίπατος δεν θα είναι ασφαλώς, στο σημείο που έφτασαν τα πράγματα, η αναστροφή της καταστροφικής πορείας στην οποία μπήκε η Ελλάδα με ευθύνη του Γιώργου Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ αρχικά, του Αντώνη Σαμαρά, της ΝΔ και του Βαγγέλη Βενιζέλου στη συνέχεια. Θα ήταν επίσης ψέμμα να ισχυρισθεί κανείς ότι οι αντιμνημονιακές δυνάμεις προετοιμάστηκαν, ως όφειλαν, εδώ και καιρό, για το έργο που μόλις περιγράψαμε παραπάνω. Ως επί το πλείστον οι περισσότερες έχουν απελπιστικά «επαρχιακό», καθαρά ελληνικό ορίζοντα και διακρίνονται συχνά για καιροσκοπισμό και μικροκομματική ή προσωπική ιδιοτέλεια. Κάνουν «έξυπνες» ή λιγότερο έξυπνες κινήσεις στο εσωτερικό «πολιτικό γήπεδο», πρακτικά αγνοώντας ότι οι δράσεις αυτές είναι λίγο σα να δίνεις ποδοσφαιρικό αγώνα σε ένα γήπεδο που καταρρέει κι ότι ο μόνος αγώνας που έχει νόημα στις συνθήκες αυτές και στον οποίο πρέπει να υποτάσσονται οι υπόλοιποι είναι για να μην καταρρεύσει το ίδιο το γήπεδο. Η κριτική τους στάση απέναντι στο ελληνικό «σύστημα» των τελευταίων δεκαετιών εξάλλου ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, κάτι που καθιστά πολύ δυσκολότερη τώρα την αντιμετώπιση βαθειών προβλημάτων της χώρας και την υπεράσπισή της.
Σε μια θεωρητική, ιδεατή κατάσταση, δεν θα τους αναθέταμε πιθανώς τη διακυβέρνηση της χώρας. Αλλά στη ζωή διαλέγει κανείς μεταξύ υπαρκτών δυνατοτήτων. Η παραμονή του άρχοντος πολιτικού συγκροτήματος στην εξουσία είναι, μακράν, το απόλυτο δυνατό κακό, η μακράν χειρότερη λύση, η ιδανική συνταγή για το τέλος του ελληνισμού. Το πρόγραμμά τους είναι η πλήρης καταστροφή και υποδούλωση της χώρας, στην υπηρεσία των ξένων πατρώνων τους. Καμιά αυταπάτη δεν δικαιολογείται μετά την εμπειρία των δύο τελευταίων ετών και καμιά αυταπάτη δεν θα συγχωρηθεί μετά την απομάκρυνση από το «ταμείο» της κάλπης.
Υπό την έννοια αυτή, και μόνο αυτή, είμαστε υποχρεωμένοι να αναζητήσουμε λύση μεταξύ των υπαρκτών δυνάμεων που αντιτίθενται στο μνημόνιο, παραμερίζοντας τις διαφορές, τις συμπάθειες και τις αντιπάθειες, που, υπό άλλες συνθήκες θα έπαιζαν πρωτεύοντα ρόλο, προκειμένου να συγκεντρωθούμε στο μείζον, στο κρίσιμο, που είναι η σωτηρία του ελληνικού λαού, του κράτους του, της δημοκρατίας του. Υπό τον όρο φυσικά ότι αυτές οι δυνάμεις στρατεύονται όντως, έστω και με δισταγμούς, ανεπάρκειες ή αντιφάσεις, στον αγώνα κατά του μνημονίου.
Οι αντιμνημνονιακές δυνάμεις είναι η μόνη εναλλακτική που διαθέτει αυτή τη στιγμή το ελληνικό έθνος για να σώσει τη χώρα του. Κι αν αποφάσιζαν να μπουν πραγματικά στον δύσκολο δρόμο της διεκδίκησης της διακυβέρνησης, η απόφασή τους θα ασκούσε και στους ίδιους την αναγκαία πίεση για να ωριμάσουν γρήγορα και να προσεταιρισθούν και όσα λιμνάζοντα πνευματικά και ηθικά κεφάλαια διαθέτει η Ελλάδα και οι ‘Ελληνες του εξωτερικού. Ο αγώνας για μια τέτοια κυβέρνηση, πολύ περισσότερο η εκλογή της, θα κινητοποιούσε την κοινωνία, θα της έδινε προοπτική, κουράγιο και αυτοπεποίθηση, θα αποκαθιστούσε την αξιοπρέπεια και τον αυτοσεβασμό των Ελλήνων. Θα οδηγούσε σε μια δραστηριοποίηση της κοινωνίας και, αντίστροφα, σε μια κοινωνική πίεση, που θα εμπόδιζε, με τη σειρά της, μια μελλοντική κυβέρνηση να υποκύψει στις ισχυρότατες πιέσεις που οπωσδήποτε θα δεχθεί για να συνθηκολογήσει.
Αν δεν ξεκινήσει το ταχύτερο, η δύσκολη προσπάθεια αντιστροφής της πορείας που άρχισε το 2010, θα διαλυθεί τελείως η οικονομία, η κοινωνία, το ηθικό και το κράτος μας, θα συνεχισθεί η φυγή κακήν κακώς των Ελλήνων από τη χώρα τους, θα τεθεί σε σοβαρό, ήδη ορατό κίνδυνο το δημοκρατικό πολίτευμα, όσο ακόμη κάπως λειτουργεί, θα διακινδυνεύσουμε εμφύλια σύρραξη κάποιας μορφής ή εξωτερικό πόλεμο. Η εκδίωξή μας, κακήν κακώς και με τους όρους των πιστωτών, όχι τους δικούς μας, από την ευρωζώνη και την ΕΕ είναι επίσης ένα ρεαλιστικό ενδεχόμενο, αν συνεχιστεί η μνημονιακή πορεία. Μόνο η διανοητική νωθρότητα, ο φόβος, η απογοήτευση, η ιδιοτέλεια μας εμποδίζουν να συνειδητοποιήσουμε τη σοβαρή πιθανότητα, αν όχι βεβαιότητα, να συμβούν όσα περιγράφουμε, αν συνεχίσει να κυβερνά τη χώρα ένα διεφθαρμένο και εξαρτημένο πολιτικό προσωπικό, προσωπικό που δεν μπορεί ούτε και θέλει ασφαλώς να διαπραγματευθεί τίποτα και το έχει αποδείξει με το παραπάνω επί δύο χρόνια και που, το μόνο που μπορεί να κάνει, είναι να συνεχίζει τη λεηλασία και τη διαφθορά των Ελλήνων.
Για τους παραπάνω λόγους, η εκλογική επιτυχία ενός μετώπου αντιμνημονιακών δυνάμεων και η διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας συνιστά μονόδρομο, τη μοναδική ελπίδα στις «συγκεκριμένες συνθήκες της συγκεκριμένης κατάστασης» για τον ελληνικό λαό και για το μέλλον της χώρας και του κράτους του.
Το πρόγραμμα που εφαρμόζεται στην Ελλάδα δεν συνιστά απλά εσφαλμένη πολιτική, μια βαθειά αντιμεταρρύθμιση, κάτι σαν αυτό που έκανε η Θάτσερ στη Βρετανία, και που, στο κάτω-κάτω, είχε και τη δική του, έστω κοινωνικά ανάλγητη οικονομική λογική. Εκεί δεν ετέθη επ’ ουδενί σε κίνδυνο η επιβίωση του βρετανικού πολιτεύματος, του βρετανικού λαού και του βρετανικού κράτους. Το Μνημόνιο και οι δανειακές, από τη φύση τους, το χρόνο τους και στις ελληνικές οικονομικές και γεωπολιτικές συνθήκες, συνιστούν ευθεία απειλή για τη δημοκρατία και αφαιρούν από το ελληνικό κράτος και από τον ελληνικό λαό τις βασικότερες προϋποθέσεις επιβίωσης.
‘Εχει βγει όλη η οικονομική επιστήμη της ανθρωπότητας, «φιλελεύθεροι» ή κεϋνσιανοί, όχι αριστεροί, και κραυγάζουν «καταστρέφετε την Ελλάδα». Σημαντικές διεθνείς προσωπικότητες, όχι εμείς, χαρακτηρίζουν ως «γενοκτονία του ελληνικού λαού» την ασκούμενη στην Ελλάδα πολιτική. Ακόμα και οι αυτουργοί του προγράμματος δεν το υπερασπίζονται, αναγνωρίζουν ότι ήταν λάθος και, στη συνέχεια, λένε ότι πρέπει να συνεχισθεί! Εμείς, τους οποίους άμεσα αφορά αυτό το πρόγραμμα, πόσο καιρό θα κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε και θα συνεχίζουμε τις “business as usual”;
Οι ευθύνες των αντιμνημονιακών
‘Οποιος δεν αντιστέκεται στην καταστροφική προοπτική συνέχισης των μνημονιακών πολιτικών, δεν βάζει όλες τις δυνάμεις του στην υπηρεσία της ανατροπής τους, δεν προσπαθεί να προσφέρει στον ελληνικό λαό τα εργαλεία για να την πολεμήσει, περιλαμβανομένης της διαμόρφωσης του πολιτικού και εκλογικού εργαλείου που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει μια πολιτική καταστροφής του, αυτός δεν κάνει τίποτα διαφορετικό από αυτό που έκαναν και κάνουν ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Αντώνης Σαμαράς, ο Βαγγέλης Βενιζέλος και τα κόμματά τους. ‘Οσες δηλώσεις κι αν κάνουν εναντίον του μνημονίου, όσους πύρινους λόγους κι αν βγάλουν, η ιστορία θα τους θεωρήσει, μετά το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, ως την «τρίτη γραμμή προδοσίας». Ο Πόντιος Πιλάτος δεν σταύρωσε τον Χριστό, η συλλογική μνήμη όμως της ανθρωπότητας αυτόν θεωρεί υπεύθυνο.
Μη παράγοντας, για τον α’ ή β’ λόγο, υποκειμενικό ή αντικειμενικό, οι αντιμνημονιακές δυνάμεις, έλλογη, εκλογική, αλλά όχι μόνο εκλογική, απάντηση στην πορεία καταστροφής της χώρας, αυξάνουν και τις πιθανότητες ανοικτής δικτατορίας. Τυχόν επανεκλογή της κυβέρνησης Παπαδήμου, των δύο κομμάτων του μνημονίου και των ήδη προθύμων να τα συνδράμουν, θα παρουσιαστεί (όπως και το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών σε μικρότερη κλίμακα), στην Ελλάδα και διεθνώς, ως εκ των υστέρων λαϊκή επικύρωση των δανειακών και των μνημονίων. Θα αποτελέσει μείζονος, διεθνούς σημασίας πολιτική επιτυχία της Μέρκελ και των Τραπεζών. Οι ηγεσίες της αντιπολίτευσης νομίζουν ότι τα πράγματα θα συνεχισθούν κανονικά, θα είναι αντιπολίτευση, θα έχουν περισσότερες βουλευτές και θα πάνε σε καινούριες εκλογές, όπου θα είναι, για λόγους που εμείς αγνοούμε, «πιο έτοιμες» από σήμερα. Στην πραγματικότητα, μια εκλογική νίκη της τρόικας και των κομμάτων της δεν θα σταθεροποιήσει την κατάσταση, θα ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου για την Ελλάδα σε όλα τα μέτωπα. Αν τα κόμματα-εντολοδόχοι της τρόικας, που μας κυβερνάνε, κάνουν αυτά που κάνουν τώρα, που φοβούνται ακόμα την εκλογική τους εξαφάνιση, φανταστείτε τι θα κάνουν με νωπή λαϊκή εντολή!
Μια εκλογική νίκη των μνημονιακών, θα δημιουργήσει αισθήματα αποθάρρυνσης και απογοήτευσης σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού και αισθήματα απελπισίας και εξέγερσης σε μια άλλη. Τα μέτρα που θα πέφτουν το ένα μετά το άλλο, οδηγώντας σε εξαθλίωση τους ‘Ελληνες, μπορεί να τους σπρώξουν πιθανώς κάποια στιγμή σε άγριο ξεσηκωμό. ‘Ενας τέτοιος ξεσηκωμός θα θεωρηθεί εξέγερση αναρχικών κατά της «νομίμου» κυβερνήσεως. Θα ενεργοποιηθούν τα άρθρα του Συντάγματος για τις καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης και θα επιχειρηθεί η νομότυπη επιβολή στην Ελλάδα της δικτατορίας για την οποία έχουν μιλήσει Μπαρόζο, Ροκάρ και πολλοί άλλοι, χωρίς κανείς εγχωρίως να τους παίρνει υπόψιν του.
‘Ένα άλλο σενάριο μπορεί να είναι η πρόκληση κρίσης με την Τουρκία που ετοιμάζουν ίσως η ακατάσχετη «ΑΟΖολογία» και οι Τούρκοι κεμαλιστές. ‘Η μια γενικευμένη, υποκινούμενη σύγκρουση συμμοριών Ελλήνων ακροδεξιών και συμμοριών μεταναστών, που θα δημιουργήσει αφόρητες συνθήκες και θα ζητήσει πάλι την επιβολή καθεστώτος «Νόμου και Τάξης». Η Βουλγαρία δεν είναι γνωστή μόνο για τα χαμηλά μεροκάματα, αλλά και για τους μαφιόζους που την κυβερνάνε. Σε κάθε περίπτωση, τέτοιες ανώμαλες εξελίξεις, εφόσον πραγματοποιηθούν, θα απειλήσουν άμεσα την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ και στην ευρωζώνη. Η εκδίωξη της Ελλάδας από την ΕΕ πιθανώς συνιστά και γεωπολιτική επιδίωξη και επιδίωξη της πιο ριζοσπαστικής φράξιας του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου και ορισμένους αμερικανικούς κύκλους, για να χτυπηθεί το ευρώ και να μπει η ίδια η ΕΕ σε κατάσταση γενικευμένης παράλυσης και διάλυσης.
Στην Ελλάδα συγκλίνουν τώρα πολλές καταστροφικές εξισώσεις: εσωτερική κατάρρευση, ευρωπαϊκή κρίση, διεθνής οικονομική κρίση, επικίνδυνος μεσανατολικός αναθεωρητισμός, αρχόμενος ψυχρός πόλεμος ΗΠΑ-Ρωσίας. Ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπισθούν οι τεράστιοι κίνδυνοι που εμπεριέχονται σε αυτή τυ συγκυρία είναι η παραγωγή από τη χώρα έλλογης, δημοκρατικής και ειρηνικής απάντησης στα σύνθετα και δύσκολα προβλήματά της και η επείγουσα αναζήτηση συμμάχων και συμμαχιών σε όλα τα σημεία του ορίζοντα. ‘Οποιος δεν εργάζεται για την παραγωγή της, και για την παραγωγή της τώρα, κάνει την ίδια δουλειά που έκαναν τα δύο κόμματα «εξουσίας». ‘Οσοι αναβάλλουν τον αναγκαίο αγώνα για αύριο ή για τη Δευτέρα ή Τρίτη «σοσιαλιστική παρουσία» ή λένε ότι επιδιώκουν μέτωπα και συνασπισμούς, για να καταλήξουν να κάνουν μέτωπο και συνασπισμό μόνο με τον εαυτό τους, όλοι αυτοί δεν θα γλυτώσουν ούτε την κρίση της ιστορίας, ούτε την πολύ συντομότερη πολιτική απαξίωσή τους και απόρριψή τους από τον ελληνικό λαό.
Προοπτική μάχης, προοπτική νίκης
Ακόμα κι αν θεωρηθούν υπεραισιόδοξες οι εκτιμήσεις για την εκλογική απήχηση ενός αντιμνημονιακού μετώπου, που κάναμε πιο πάνω, που δεν είναι καθόλου, η προσπάθεια συγκρότησης του ευρύτερου δυνατού εκλογικού μετώπου του ελληνικού λαού κατά των μνημονίων, θα επέτρεπε στο συνειδητό, μαχόμενο, ανθιστάμενο τμήμα του ελληνικού λαού να συγκροτηθεί πολιτικά και να δώσει τη μάχη του. Θα άφηνε τουλάχιστον μια παρακαταθήκη για αργότερα. Θα περιόριζε τις τάσεις προς την αποχή, το λευκό, το άκυρο, τους πειρατές ή μια πανσπερμία πολιτικών κομμάτων, κομματιδίων και κινήσεων, που δικαιολογούνται μεν από την όχι ανεξήγητη αποστροφή προς όλα τα πολιτικά υποκείμενα, στην πράξη όμως καταλήγουν σε επιβράβευση του κόμματος του μνημονίου, αφού οι χαμένες ψήφοι, περιλαμβανομένων των ψήφων προς κόμματα και κινήσεις χωρίς προοπτική ποσοστού άνω του 3% και εισόδου στη Βουλή θα προσμετρηθούν πρακτικά, υπό τις παρούσες συνθήκες, στη ΝΔ. Το να μένει κανείς αδιάφορος απέναντι σε μια πολιτική καταστροφής των Ελλήνων, μια πολιτική που οδηγεί συνανθρώπους του και μπορεί να οδηγήσει αύριο και τον ίδιο στα συσσίτια απόρων, αν θα υπάρχει και αυτή η δυνατότητα, συνιστά κατ’ ουσίαν συγκατάθεση. Αλλά για να ανακοπεί αυτό το ρεύμα, στο οποίο ακριβώς βασίζει τις ελπίδες της η τρόικα, πρέπει να παρουσιαστεί αξιόπιστη εναλλακτική, αρχής γενομένης από τις προσεχείς εκλογές. Κυρίως πρέπει οι ίδιοι οι αντιμνημονιακοί να πιστέψουν και να θελήσουν να σταματήσουν τα μνημόνια, ώστε να τους πιστέψει και ο λαός.
Δεν μπορούμε να πούμε ότι η κατάσταση σήμερα, από την άποψη αυτή είναι ενθαρρυντική. Κάθε άλλο. Χρειάζεται να γίνει ένα άλμα και δυστυχώς πολύτιμος χρόνος χάθηκε με αμφιταλαντεύσεις και αμφιβόλου αξίας και πολιτικού περιεχομένου «ζυμώσεις» των πάντων με τους πάντες.
Αντιμνημονιακά ή μνημονιακά κόμματα;
Αξίζει στο σημείο αυτό να εξετάσουμε καλύτερα τα χαρακτηριστικά τεσσάρων κομμάτων που υποστηρίζουν ότι είναι εναντίον του μνημονίου. (Στο σημείο αυτό αναφερόμαστε αποκλειστικά στις κοινοβουλευτικές δυνάμεις και όχι στην πολύ ενδιαφέρουσα πανσπερμία κοινωνικών συλλογικοτήτων που ξεπηδάνε, στην Εκκλησία τα συνδικάτα και άλλους κοιινωνικούς θεσμούς, ή στα άπειρα κινήματα, μικροκόμματα και άλλες κινήσεις που παρουσιάστηκαν τα δύο τελευταία χρόνια).
Η θέση της ΔΗΜΑΡ ότι η χώρα δεσμεύεται από τις δανειακές συμβάσεις και τα άλλα κείμενα που επικύρωσε, εξαπατώντας τον ελληνικό λαό και προδίδοντας την εντολή του η κυβέρνηση Παπανδρέου αρχικά, και Παπαδήμου στη συνέχεια, θέτει το κόμμα του κ. Κουβέλη αναντίρρητα στο μνημονιακό στρατόπεδο. Αν δηλώνεις ότι δεσμεύεσαι από αυτά τα κείμενα, τότε το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι μια λίγο καλύτερη διαχείριση του «καταστρεφόμενου προτεκτοράτου» που περιγράφουν. Το να λες ότι δεσμεύεσαι από αυτά, αλλά θέλεις αλλαγή της κατάστασης είναι μια ακόμα στη μακρά σειρά των απατών από τις οποίες έχει φλομώσει ο ελληνικός λαός.
Ο αυτοχαρακτηρισμός της άλλωστε ως «κυβερνητικής αριστεράς», σε συνδυασμό με την άρνηση κάθε συνεργασίας με την υπόλοιπη αριστερά, λογικά δεν μπορεί να δηλώνει παρά προθυμία συμπλήρωσης των αναγκαίων εδρών, αν οι κ.κ. Σαμαράς και Βενιζέλος αποτύχουν, από κοινού, να συγκεντρώσουν τις 151 που χρειάζονται, ένα ενδεχόμενο στο οποίο ανοιχτά αναφέρθηκε η ‘Αννα Διαμαντοπούλου. Αυτό σημαίνει ότι η ΔΗΜΑΡ επιδιώκει μια καλύτερη κατά τη γνώμη της διαχείριση ενός καταστρεφόμενου προτεκτοράτου. ‘Αλλωστε, η ίδια η ΔΗΜΑΡ ποτέ δεν έδωσε πειστική απάντηση στο ερώτημα γιατί διέσπασε τον Συνασπισμό το καλοκαίρι του 2009, ενώ προετοιμαζόταν η ένταξη της Ελλάδας στο Μνημόνιο. Οι διαφορές που επικαλέστηκε είναι ηλικίας δεκαετιών και δεν εμπόδισαν μέχρι τότε τη συνύπαρξη αυτής της τάσης στα πλαίσια του ΣΥΝ, ενώ καμία προσπάθεια δεν έκαναν τα στελέχη τους να πείσουν πραγματικά τους συντρόφους τους κατά το συνέδριο που προηγήθηκε της διάσπασης.
Η ηγεσία του ΚΚΕ τάσσεται φυσικά αναφανδόν κατά του Μνημονίου, ενώ απολαμβάνει μιας ιδιόρρυθμης ασυλίας στην κριτική. Για τους αριστερούς το ΚΚΕ είναι κάτι σαν οικογενειακό «εικόνισμα» και θεωρείται ασέβεια η κριτική, ενώ για το κατεστημένο δεν είναι απειλή, το αντίθετο. Το ΚΚΕ, κόμμα που συμμάχησε με τον κ. Μητσοτάκη εναντίον του ΠΑΣΟΚ το 1989, αρνείται κάθε είδους συνεργασία με τις όμορες αριστερές δυνάμεις. Παραπέμπει τον αγώνα του ελληνικού λαού ουσιαστικά στις «καλένδες» μιας μελλοντικής και αδιευκρίνιστης «λαϊκής εξουσίας», χωρίς ποτέ να περιγράφει πως θα φτάσουμε από τη σημερινή κατάσταση σε αυτό το φωτεινό μέλλον. Χαρακτηρίζει «ιμπεριαλιστική» τη Ρωσία, ένα από τα ελάχιστα δυνητικά στηρίγματα της Ελλάδας. Θεωρεί «φορέα αυταπάτης» το «κίνημα της πατάτας», την πιο ελπιδοφόρα πρωτοβουλία της ελληνικής κοινωνίας. Επικρίνει και συκοφαντεί τους ‘Ελληνες που εξεγείρονται αυθόρμητα κατά τη διάρκεια εθνικών εορτών. Αδυνατεί να εκφέρει ακόμα και ένα στοιχειωδώς συντεταγμένο πολιτικό λόγο, απαγορεύει το facebook και δεν έχει τίποτα να γεμίσει την τηλεοπτική του συχνότητα. Εκτιμά ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, μια έξοδος από το ευρώ θα ήταν καταστροφική, αλλά τάσσεται υπέρ της αποδέσμευσης από την ΕΕ. Είτε στέλνει τους οπαδούς του σε ποδαρόδρομο στα Χαυτεία, όταν οι διαδηλωτές συρρέουν στο Σύνταγμα, είτε αναλαμβάνει αυτοβούλως την περιφρούρηση του κοινοβουλίου από τους υπόλοιπους διαδηλωτές. Υποστηρίζει περίπου ότι ο κόσμος χάλασε όταν πέθανε ο Στάλιν και είναι τόσο τρομοκρατημένο από την προοπτική εξέγερσης και τις συνέπειες της προβλεπόμενης προδοσίας της, που αψηφά το γελοίο, αποκαθιστά τον Ζαχαριάδη και ξαναδιαγράφει τον Βελουχιώτη! Χαρακτηρίζει ως χαφιέδες ή αφελείς (πάλι καλά που υπάρχει και αυτή η δυνατότητα) όσους έχουν διαφορετική άποψη από τον Περισσό. ‘Ετσι, πρακτικά, αντί να ηγηθεί ενός μαχητικού αγώνα μέσα κι έξω από τη Βουλή κατά του Μνημονίου, αντί να ενώσει τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις εναντίον του, κατάφερε να πάρει μια σημαντική μερίδα λαού και νεολαίας, κυρίως προερχόμενη από τα φτωχότερα, πιο μαχητικά και καταπιεσμένα στρώματα, και να την αδρανοποιήσει και αχρηστεύσει πολιτικά, προσφέροντας τεράστια υπηρεσία στους Τόμσεν. Με τον τρόπο που πολιτεύθηκε και πολιτεύεται, η ηγεσία του ΚΚΕ φέρει ιστορικές ευθύνες για την επελαύνουσα μνημονιακή βαρβαρότητα.
Υπό την ηγεσία του Αλέξη Τσίπρα, ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς έκανε μια σημαντική αναβάθμιση της πολιτικής του παρέμβασης, ιδίως με τις κοινοβουλευτικές αγορεύσεις, τις καλύτερες όλων σε αυτό το κοινοβούλιο, και την τηλεοπτική παρουσία του αρχηγού του. Μετατόπισε, αργά αλλά σταθερά, τη θέση του, από τις συχνά ιδεοληπτικές τοποθετήσεις στα εθνικά θέματα και έναν ξύλινο «αριστερό» λόγο σε μια πιο ζωντανή αναφορά στις ανάγκες του ελληνικού λαού και της χώρας. ‘Εκανε την καλύτερη αντιπολίτευση στους μνημονιακούς, δεν θέλησε όμως να ολοκληρώσει την απαραίτητη μετάβαση από τα ‘Όχι στα Ναι. Κομματικά και διανοητικά δεν ανοίχτηκε, παραμένει ουσιαστικά ένας κοινοβουλευτικός μηχανισμός, που του αρέσει να μιλάει πολύ για τα κινήματα, έχει όμως πολύ λιγότερη πραγματική εμπλοκή σε αυτά. Η γραφειοκρατία του και τα μικροσυμφέροντα των συνιστωσών του, με τις αναπόφευκτες ίντριγκες και ένα κλίμα αλληλοανταγωνιζόμενων ομάδων στελεχών, περιορίζουν την πολιτικότητα του σχήματος και ανασχέτουν συχνά κάθε προσπάθεια ανοίγματος στην κοινωνία και στις ανάγκες της, με την εξαίρεση της ΚΟΕ, που είναι ένα φωτεινό παράδειγμα ζωντανής και εξελισσόμενης, σε αλληλεπίδραση με την πραγματικότητα, τάσης.
Είναι πολύ νωρίς για να αποφανθεί κανείς για την τύχη του Πάνου Καμμένου και του εγχειρήματός του. Η στάση του βουλευτή της ΝΔ στα ζητήματα του Μνημονίου και των CDS ήταν υπόδειγμα θάρρους και έσωσαν, μαζί με τις αγορεύσεις του Τσίπρα, την τιμή του ελληνικού κοινοβουλίου. Αν ο Καμμένος μοιάζει να διαθέτει επαρκή επίπεδα «τεστοστερόνης» για να χτυπηθεί με το σύστημα, το «τσαγανό» που χρειάζεται, απομένει να δούμε αν είναι δρομέας μακρών αποστάσεων κι αν διακρίνει που πάει. Αρχικά στράφηκε προς την αριστερά, η οποία, τρομοκρατημένη από την προοπτική συνεργασίας με τη δεξιά, προτίμησε να του απαντήσει «μακριά και αγαπημένοι». Μετά μάζεψε ένα σωρό βουλευτές της ΝΔ, οι οποίοι δεν ψήφισαν μεν το αρχικό μνημόνιο, ψήφισαν όμως τους εφαρμοστικούς νόμους, και τους οποίους πολύ θα θέλαμε να τους ακούσουμε να ορκίζονται ότι δεν θα προσχωρήσουν στην ΝΔ, αν τους χρειασθεί ο κ. Σαμαράς. Πολύ ανησυχητική είναι και η παρουσία ενός οπαδού της κρητικής αυτονομίας μεταξύ των ανθρώπων του στο Ρέθυμνο, που επεσήμαναν οι μπλόγκερς. Ελπίζουμε να τον απομακρύνει, εφόσον οι επικρίσεις αληθεύουν, αλλά το γεγονός παραμένει ενδεικτικό των γεωπολιτικών παγίδων στις οποίες συχνότατα έχει πέσει η «εθνικόφρων δεξιά» στην Ελλάδα.
‘Όταν θα αποδειχθεί αδύνατη η συνέχιση του μνημονίου με τις συνήθεις «κοινοβουλευτικές διαδικασίες», ή όταν ανατιναχθεί πλήρως η ελληνική οικονομία, τότε θα ενεργοποιηθούν τα “plan B”. H Ελλάδα μπορεί να σπρωχτεί σε άλογη σύγκρουση με την Ευρώπη, ένα αυταρχικό καθεστώς, που χρειάζεται κάπου να το δοκιμάσουν θα παρουσιασθεί, με «εθνικόφρονα» μανδύα και απέξω, θα εμφανισθούν, δίκην «σωτήρων», οι ΗΠΑ και το Ισραήλ. Σε ένα τέτοιο σενάριο, οι γεωπολιτικές δυνάμεις που ενορχηστρώνουν την επίθεση κατά της Ελλάδας (απολαμβάνοντας τη γεωπολιτική τύφλωση της Γερμανίας), θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν δυνάμεις τύπου Καμμένου. Από τον ίδιο εξαρτάται αν θα τους το επιτρέψει.
Το ζήτημα του ενιαίου μετώπου
Πολλοί, και στην αριστερά και στη δεξιά, θεωρούν τελείως απαράδεκτη κάθε ιδέα συνεργασίας συντηρητικών και αριστερόστροφων δυνάμεων, επικαλούμενοι ιδεολογικές και κοινωνικές διαφορές. Στην πραγματικότητα όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα πρόγραμμα καταστροφής των περισσοτέρων κοινωνικών τάξεων, του έθνους δηλαδή. Ο τρόπος για να διεκδικήσουν τα πιο καταπιεσμένα στρώματα τα δικαιώματά τους είναι να τεθούν αυτά επικεφαλής του αγώνα για την επιβίωση της χώρας. Πάντοτε στην Ελλάδα, ιδίως όμως σε συνθήκες ακραίας προτεκτοροποίησης της χώρας, είναι αδύνατο να υπερασπιστείς την κοινωνία, χωρίς να υπερασπιστείς το έθνος, είναι αδύνατο να υπερασπιστείς το έθνος, χωρίς να υπερασπιστείς την κοινωνία. Το εθνικό και το λαϊκό, το λαϊκό συμπίπτουν και πρέπει να συμπίπτουν, έγραφε ο Γληνός το 1944, στην κορύφωση της μεγάλης εθνικής και κοινωνικής επανάστασης που πραγματοποίησε το ΕΑΜ στην κατεχόμενη Ελλάδα.
‘Οσο για τις ιδεολογίες, στο μέτρο που υφίστανται ως αληθινά κίνητρα και όχι ως προσχήματα, η επιβολή του νέου χρηματοπιστωτικού ολοκληρωτισμού λογικά πρέπει να ενώνει και τους δεξιούς εθνικιστές, με τη γαλλική, όχι την ελληνική έννοια του όρου, και τους Χριστιανούς, και τους φιλελεύθερους, και τους σοσιαλιστές και τους κομμουνιστές, κάθε ελάχιστα συνειδητό άνθρωπο που είναι δημοκράτης, πατριώτης και κοινωνικά ευαίσθητος, άνθρωπος δηλαδή. Γιατί αυτός ο ολοκληρωτισμός οδηγεί στην κατάργηση και του έθνους και της δημοκρατίας και του ανθρώπου και των ιδεολογιών γενικά.
Ο ανταγωνισμός των κοινωνικών τάξεων και των ιδεολογιών, της αριστεράς και της δεξιάς δεν καταργείται. Προς το συμφέρον όμως των πιο συνειδητών δυνάμεων που αντιμάχονται τον νέο, μεταμοντέρνο Χίτλερ, είναι να υποχρεωθούν οι τάξεις και οι ιδεολογίας να αντιπαρατεθούν στο ενιαίο μέτωπο κατά αυτής της απειλής, ο ανταγωνισμός τους να γίνει στο έδαφος της αποτελεσματικότερης αντιμετώπισής της. Αυτή είναι η λογική του ενιαίου μετώπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου